Γλιστρίδα η πολυλογού
Τη γνωρίζετε όλοι. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας είναι γνωστή και ως αντράκλα. Πρόκειται για άλλο ένα ζιζάνιο που αφθονεί στους κήπους και στους ελληνικούς αγρούς το καλοκαίρι. Καλλιεργείται και πωλείται στις λαϊκές αγορές και στα μανάβικα. Σίγουρα την έχετε γευτεί ωμή στην παραδοσιακή χωριάτικη σαλάτα. Η ευχάριστη ξινή, χυμώδης και δροσερή της γεύση ταιριάζει πολύ με πράσινες σαλάτες και ντομάτα, ενώ επίσης μπορεί να μαγειρευτεί με κρέας ή ψάρι. O λόγος που σε πολλά μέρη της Ελλάδας ρωτάμε έναν πολυλογά: «Μήπως έφαγες γλιστρίδα;» γιατί, σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, η κατανάλωση αντράκλας ή γλιστρίδας επιφέρει ευφράδεια και ταχύτητα λόγου. Η γλιστρίδα καλλιεργείται εδώ και 4.000 χρόνια. Κατάγεται από τη Νότια Ευρώπη και καλλιεργείται εντατικά στη Μεγάλη Βρετανία, την Oλλανδία, την Άπω Ανατολή και την Ινδία.
Ένα πολυφάρμακο: Τα σαρκώδη φύλλα της περιέχουν πολύ νερό (95%) και πολλές θρεπτικές ουσίες: μεταλλικά στοιχεία (ασβέστιο, μαγνήσιο, σίδηρο, φώσφορο, χαλκό), ω-3 λιπαρά οξέα, βιταμίνες C, Ε, Α, Κ και κόμμι (πολυσακχαρίτης που απορροφάται κυρίως από το παχύ έντερο και διατηρεί υγιή τη χλωρίδα του). Η γλιστρίδα είναι γνωστή για τις φαρμακευτικές της ιδιότητες από την αρχαιότητα. O Γαληνός τη χορηγούσε για οδοντικές και στοματικές παθήσεις. O Ιπποκράτης τη χρησιμοποιούσε για την αντιμετώπιση γυναικολογικών παθήσεων (βιταμίνη Ε) και ο Διοσκουρίδης ως καθαρτικό, διουρητικό, αντιπαρασιτικό, αλλά και για οφθαλμικές παθήσεις (βιταμίνη Α), την επούλωση πληγών (βιταμίνη C, ω-3 λιπαρά οξέα), καθώς και για τον κατευνασμό της σεξουαλικής επιθυμίας. Η τελευταία φαρμακευτική δράση της γλιστρίδας αναφέρεται και στον «Κώδικα του Ισπανού Φαρμακοποιού» (1837). Μάλιστα, σύμφωνα με νεότερες επιστημονικές μελέτες, η ουσία norepinephrine (νοραδρεναλίνη) που περιέχει το φυτό προκαλεί συστολή των αρτηριών και περιορίζει τη ροή του αίματος με αποτέλεσμα τον κατευνασμό των σεξουαλικών ορμών. Η γλιστρίδα χρησιμοποιείται επίσης ως αντιπυρετικό, καθαρτικό του αίματος, αναλγητικό, τονωτικό, μυοχαλαρωτικό και διουρητικό.
Για περισσότερα: Γλιστρίδα (αντράκλα), ένα θεραπευτικό φυτό με ιστορία άνω των 2.000 ετών!
Λέγεται αλλιώς βρομοβότανο και μαυρόχορτο και προτιμά τους λαχανόκηπους και τα περιβόλια. Oι μικροί μαύροι καρποί του μοιάζουν με χοντρόκοκκο πιπέρι και χρησιμοποιούνται σε μαρμελάδες, πίτες, τάρτες και σάλτσες. Τα τελευταία χρόνια καλλιεργείται. Το βρίσκετε σε λαϊκές αγορές και σε μανάβικα. Έχει ελαφρώς πικρή γεύση και χρησιμοποιείται για βραστή σαλάτα ή ως υλικό σε συνταγές με λαχανικά και κρέας.
Φάρμακο και δηλητήριο: Στα αρχαία ελληνικά η ονομασία του φυτού είναι στρύχνος. O Διοσκουρίδης χρησιμοποιούσε τα φαρμακευτικά είδη του φυτού για την αντιπυρετική και ηρεμιστική τους δράση. Το εκχύλισμα του στρύχνου των Ινδιών είναι η γνωστή στρυχνίνη, φάρμακο, αλλά και δυνατό δηλητήριο. Χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, γιατί σε πολύ μικρές δόσεις δυναμώνει την καρδιά και το αναπνευστικό σύστημα. Το στύφνο που τρώμε περιέχει ισχυρά αντιοξειδωτικά, όπως βιταμίνη C, που μεταξύ άλλων συνεισφέρει στο σχηματισμό κολλαγόνου στο δέρμα, βιταμίνη Ε, που επιβραδύνει τη γήρανση των κυττάρων, και καροτενοειδή. Επίσης, περιέχει ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, που έχουν ισχυρή αντιφλεγμονώδη και αντιοξειδωτική δράση. Στο Ιράκ και στο Ιράν οι γυναίκες χρησιμοποιούν το στύφνο για τον αποχρωματισμό των φακίδων και την περιποίηση του δέρματός τους.
Αν και πρόκειται για ένα χορταρικό με ουδέτερη γεύση, χρησιμοποιείται κατά κόρον τους καλοκαιρινούς μήνες για σαλάτα. Έχει ελάχιστες θερμίδες και μπορεί να μαγειρευτεί και με πατάτες, ζαρζαβατικά ή και κρέας. Η βραστή σαλάτα μπορεί να γαργαλήσει ευχάριστα τον ουρανίσκο, αν σοτάρετε τα χόρτα με ελαιόλαδο και προσθέσετε λεμόνι και τριμμένο σκόρδο. Αν και δεν υπάρχουν διαθέσιμες μελέτες για την περιεκτικότητα του βλίτου σε θρεπτικά συστατικά, όπως όλα τα χόρτα περιέχει μικρές συγκεντρώσεις βιταμίνης Ε και C και πολλά ιχνοστοιχεία, όπως: κάλιο, νάτριο, μαγνήσιο, φώσφορο, που έχουν ισχυρή αντιοξειδωτική δράση.
Είναι ένα φυτό που φυτρώνει σε υγρότοπους, κυρίως κοντά στη θάλασσα, και δευτερευόντως κοντά σε ποτάμια και λίμνες. Είναι συγγενικό είδος με τα αρμυρίκια που φυτρώνουν στις αμμουδιές. Ευδοκιμεί στο θερμό και ξηρό μεσογειακό κλίμα. Για να αντεπεξέλθει στις υψηλές τιμές άλατος στο έδαφος, αποθηκεύει στις ρίζες της μέχρι και 17% αλάτι. Σε πολλές παραθαλάσσιες περιοχές φτιάχνουν με τα τρυφερά βλαστάρια του φυτού τουρσί ή νοστιμότατη βραστή σαλάτα, στην οποία προσθέτουν ελαιόλαδο και άφθονο λεμόνι για να απαλύνουν την ελαφρώς αλμυρή γεύση τους. Μπορείτε όμως να τις γευτείτε και σε γκουρμέ εστιατόρια, καθώς η ιδιαίτερη γεύση τους έχει κερδίσει την υψηλή μαγειρική. Γι’ αυτό άλλωστε και καλλιεργείται τα τελευταία χρόνια. Επίσημα στοιχεία για τη θρεπτική αξία του φυτού δεν υπάρχουν. Ωστόσο, όπως όλα τα χόρτα περιέχουν μικρές συγκεντρώσεις βιταμινών C και Ε και οι αρμυρήθρες που φυτρώνουν κοντά στη θάλασσα είναι πλούσιες σε ιώδιο και μεταλλικά στοιχεία.
Φυτρώνει σε αμμουδιές, βράχους και τοίχους κοντά στη θάλασσα, στις ακτές της Μεσογείου και του ευρωπαϊκού Ατλαντικού. O βλαστός και τα φύλλα του, όταν τα τρίψετε, αναδίδουν ένα ευχάριστο άρωμα. Σε ορισμένες περιοχές το λένε και αρμύρα. Oι αρχαίοι Έλληνες το ονόμασαν κρίθμον, επειδή οι σπόροι του μοιάζουν πολύ με του κριθαριού. Oι βλαστοί και τα φύλλα του γίνονται τουρσί και χρησιμοποιείται ως αρωματικό σε σαλάτες. Επίσης, συνοδεύει άριστα τους καλοκαιρινούς μεζέδες που τρώγονται με ούζο ή τσίπουρο. Το κρίταμο όμως έχει και φαρμακευτικές ιδιότητες, τις οποίες είχαν αξιοποιήσει από την αρχαιότητα ο Ιπποκράτης, ο Διοσκουρίδης και ο Πλίνιος, καθώς περιέχει πολυάριθμα θρεπτικά συστατικά: ιώδιο (απαραίτητο για τη σύνθεση των ορμονών του θυρεοειδούς), μεταλλικά άλατα, μικρές συγκεντρώσεις βιταμίνης Ε, C και Κ. Χρησιμοποιείται ως ορεκτικό, διουρητικό, καθαριστικό του αίματος, εμμηναγωγό και αποτοξινωτικό.