Το γένος Sideritis L. περιλαμβάνει μια πληθώρα φυτικών ειδών αποτελούμενων από ποώδη ετήσια, ποώδη πολυετή , καθώς και μικρούς θάμνους. Πρόκειται για αρωματικά – φαρμακευτικά φυτά που ανήκουν στην οικογένεια των Χειλανθών (Lamiaceae).
Τα περισσότερα είδη του γένους Sideritis αποτελούνται από πολυετή ποώδη φυτά, τα οποία αυτοφύονται σε χώρες της Μεσογείου, ενώ πολλά είδη του γένους αυτού υπάρχουν και στην Ασία. Στην περιοχή της Μεσογείου, όπου φαίνεται να είναι και το κέντρο καταγωγής του φυτού, έχουν καταγραφεί πάνω από 100 διαφορετικά είδη του γένους Sideritis. Η μεγαλύτερη ποικιλία ειδών συναντάται στην Ιβηρική Χερσόνησο, με 45 τουλάχιστον είδη τα περισσότερα των οποίων είναι ενδημικά, ενώ 14 από αυτά απειλούνται σήμερα με εξαφάνιση. Χώρες πλούσιες σε πληθυσμούς και ποικιλία ειδών είναι επίσης η Ελλάδα, η Ιταλία και χώρες των ακτών της βόρειας Αφρικής. Σε όλες σχεδόν τις Μεσογειακές χώρες είδη του γένους αυτού είναι γνωστά, σε τοπική κλίμακα, ως βότανα για διάφορες χρήσεις. Όμως χρήση για την παρασκευή τσαγιού γίνεται μόνο στην Ισπανία και κυρίως στην Ελλάδα, όπου έχουμε και τη μεγαλύτερη κατανάλωση.
ΠΟΥ ΤΟ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ: Το τσάι του βουνού το βρίσκουμε σε ορισμένες ορεινές περιοχές της πατρίδας μας. Στην περιοχή μας το συναντάμε στον Όλυμπο.
ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΗ: Χρήσιμα μέρη του φυτού είναι τα φύλλα και οι ανθισμένες κορυφές. Ανθίζει το καλοκαίρι. Το ξηραίνουμε και το κρατάμε για όλη τη διάρκεια του χρόνου.
ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ: Το τσάι του βουνού είναι θαυμάσιο στομαχικό και χωνευτικό. Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις αμυγδαλίτιδας, φλεγμονών του ρινοφάρυγγα και για το κρυολόγημα.
ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ: Ρίχνουμε 6 γραμμάρια τσάι σε 2 ποτήρια καυτό νερό και πίνουμε από ένα μετά το μερσημεριανό και βραδινό φαγητό.
Το παρασκευαζόμενο αφέψημα με το όνομα «Τσάι του Βουνού» παρουσιάζει πολλές ευεργετικές ιδιότητες, οι οποίες οφείλονται στα συστατικά του αιθέριου ελαίου του, όπως για παράδειγμα στα φλαβονοειδή. Το αφέψημα από το φυτό προτιμάται πολύ από τους Έλληνες, ειδικά τους χειμερινούς μήνες, λόγω της ευεργετικής του επίδρασης σε κρυολογήματα και φλεγμονές του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, ιδιότητες που ενισχύονται με την προσθήκη μελιού. Οι ευεργετικές επιδράσεις οφείλονται στην αντιφλεγμονώδη, βακτηριοστατική και αντιοξειδωτική δράση του. Ακόμη θεωρείται ευστόμαχο, εφιδρωτικό, τονωτικό, αντιερεθιστικό και αντιαναιμικό διότι περιέχει σίδηρο Fe (Floca et al 1981). Οργανοληπτικά το ρόφημα είναι πολύ εύγευστο και αρωματικό, ενώ μπορεί να καταναλωθεί ζεστό ή κρύο, με ζάχαρη, μέλι ή και σκέτο. Μέχρι τώρα καλλιέργεια ειδών του φυτού, γίνεται μόνο στην Ελλάδα. Το μέρος του φυτού που συλλέγεται είναι η ταξιανθία σε πλήρη άνθηση μαζί με 5-6 cm βλαστού. Οι ανθοφόροι βλαστοί ξηραίνονται ώστε να μπορούν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Δυστυχώς δεν έχουν γίνει συστηματικές προσπάθειες προώθησης σε χώρες της Ευρώπης, όπου η κατανάλωση αφεψημάτων είναι αρκετά μεγάλη.
1. Sideritis athoa: (Papan. & Kokkini) Κοινώς λέγεται τσάι βλάχικο, και στο Άγιο Όρος μπεττόνικα. Είναι πολυετής πόα ύψους μέχρι 40 εκ., όπου καλύπτεται ολόκληρο με μικρές αδενώδεις τρίχες. Ο βλαστός είναι όρθιος απλός ή διακλαδισμένος και ξυλώδης στη βάση του. Αυτοφύεται στον Άθω, στην Πίνδο και στην Σαμοθράκη.
2. Sideritis clandestina: (Chaub. & Bozy) Κοινώς λέγεται τσάι του Μαλεβού ή τσάι του Ταϋγέτου. Είναι πολυετής πόα ύψους μέχρι 40 εκ. Ο βλαστός του είναι, όπως και στο προηγούμενο είδος, απλός ή διακλαδισμένος. Αυτοφύεται σε βράχους στις υπαλπικές και αλπικές περιοχές του Μαλεβού, του Ταϋγέτου και της Κυλλήνης.
3. Sideritis syriaca: (Κοινώς λέγεται τσάι της Κρήτης, γνωστό ως μαλοτήρας ή καλοκοιμηθιά. Είναι πολυετής πόα, ύψους 50 εκ. Έχει βλαστό συνήθως απλό, ισχυρό, όρθιο, που καλύπτεται με πυκνό άσπρο χνούδι. Αυτοφύεται στα βουνά της Κρήτης και κυρίως στα Λευκά Όρη και στον Ψηλορείτη σε υψόμετρο 1.300 – 2.000 μέτρα.Το Κρητικό Τσάι του βουνού (Μαλοτήρα) , θεωρούνταν πάντα φαρμακευτικό βότανο αλλά και πρωινό ρόφημα για τους κατοίκους της Δυτικής Κρήτης. Το βρίσκουμε στα βουνά της (Λευκά ‘Όρη και Ψηλορείτης) σε υψόμετρο πάνω από 900μ, ενώ στην Ανατολική Κρήτη εμφανίστηκε και άρχισε να χρησιμοποιείται, μετά τον τελευταίο πόλεμο.
4. Sideritis euboea: (Heldz) Κοινώς λέγεται τσάι της Εύβοιας ή τσάι απ’ το Δέλφι. Είναι πολυετής πόα ύψους 30-50 εκ., με πυκνό και λευκό χνούδι σε όλα τα μέρη του. Ο βλαστός του είναι ξυλώδης στη βάση, ισχυρός, απλός ή μερικές φορές διακλαδισμένος. Αυτοφύεται στην Εύβοια και κυρίως στα βουνά Δίρφυ σε υψόμετρο 1.000 – 1.540μ.
5. Sideritis scardica: (Griseb) Κοινώς λέγεται τσάι του Ολύμπου. Είναι πολυετής πόα, έχει βλαστό απλό ή διακλαδισμένο, τετραγωνισμένο, λίγο ξυλώδη στην βάση. Αυτοφύεται σε βραχώδη μέρη και σε υψόμετρο πάνω από 1.000μ., στον Όλυμπο, στον Κίσσαβο και στο Πήλιο.
6. Sideritis raeseri: (Boiss & heldz.) Κοινώς λέγεται τσάι του Παρνασσού ή τσάι του Βελουχιού. Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκ. Ο βλαστός είναι λεπτός, χνοώδης, απλός και σπάνια διακλαδισμένος, λίγο ξυλώδης στη βάση.Τα κατώτερα φύλλα είναι έμμισχα και τα ανώτερα άμισχα λογχοειδή, λίγο πριονωτά με άσπρο χνούδι, και άνθη έντονα κίτρινα στις ακραίες ταξιανθίες. Αυτοφύεται και καλλιεργείται στον Νομό Μαγνησίας. Ευδοκιμεί σε ορεινές περιοχές και σε χωράφια ασβεστούχα, πετρώδη, μέτριας γονιμότητας, ξερικά.
Κοινό χαρακτηριστικό των ειδών αυτών αλλά και γενικά του γένους SideritisL. είναι ότι πρόκειται για φυτά ιδιαίτερα προσαρμοσμένα για να επιβιώνουν σε απόκρημνες βραχώδεις περιοχές με υψόμετρο άνω των 1000 μέτρων. Τα είδη αυτά είνα ιδιαίτερα ανθεκτικά στην ξηρασία και στις χαμηλές θερμοκρασίες. Δεν απαιτούν πλούσια εδάφη και προτιμούν θέσεις, με ελαφρό έδαφος όχι ιδιαίτερα βαθύ, όχι συνεκτικό, με άφθονο ήλιο. Συναντώνται ιδιαίτερα σε σχισμές βράχων όπου ελάχιστα είδη φυτών θα μπορούσαν να επιβιώσουν.
Το γνωστό τσάι του βουνού απαντάται σε όλα τα ελληνικά βουνά αλλά και σε χέρσους τόπους. Ήδη από την αρχαιότητα ο Διοσκουρίδης το χρησιμοποιούσε ως θεραπευτικό των πληγών και πιστεύεται ότι είναι ευεργετικό για τα αιμοφόρα αγγεία της καρδιάς. Μια κινέζικη παροιμία λέει ότι το ανώτερο τσάι προέρχεται από τα ψηλά βουνά. Το τσάι του βουνού έχει πεπτικές, θερμαντικές, τονωτικές και αποτοξινωτικές ιδιότητες. Συνιστάται κατά των κρυολογημάτων, των ασθενειών του αναπνευστικού συστήματος και του ουροποιητικού συστήματος. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες βοηθούν ακόμη στην καταπολέμηση των παθήσεων των τριχοειδών αγγείων και της καρδιάς, χάρη στις λεγόμενες φλαβονοειδείς ουσίες που περιέχει. Τέλος, το αφέψημα με λεμόνι και μέλι είναι αντισηπτικό και μαλακώνει το λαιμό.Τα δραστικά συστατικά του τσαγιού είναι η καφεΐνη που είναι διεγερτικό του νευρικού συστήματος, αλλά υπάρχουν και ίχνη θεοβρωμίνης που είναι διουρητική ουσία και δρα στο αναπνευστικό σύστημα. Τα νωπά φύλλα του είναι αρκετά πλούσια σε βιταμίνη C. Το έγχυμα του φυτού χρησιμοποιείται σαν χωνευτικό, διουρητικό σε πεπτικές διαταραχές και σαν διεγερτικό του εγκεφάλου και των μυών. Εξάλλου επιταχύνει την αναπνοή. Μόλις τελευταία ανακαλύφθηκαν και άλλες φαρμακευτικές ιδιότητες του τσαγιού. Προλαμβάνει την εμφάνιση της οστεοπόρωσης και δρα κατά της νόσου αλτσχάιμερ!
* Tip: Αντί καφέ που θα μας αφήσει ξάγρυπνους μία κούπα τσάι του βουνού με κανέλα είναι ιδανική για ένα βραδυνό αψέφημα. Όταν βράσετε το τσάι βάζετε μέσα ένα κομματάκι κανέλα ξύλο να βράσει μαζί. Παίρνει πολύ ωραίο άρωμα και γεύση. Μάλιστα γλυκαίνει το ρόφημα και δεν χρειάζεται να βάλετε ζάχαρη.
Αξίζει να αναφερθούν κάποια στοιχεία από την πρόσφατη ιστορία του φυτού και της καλλιέργειάς του. Κατά τα παλαιότερα χρόνια το φυτό ήταν γνωστό για τη χρήση του στην παρασκευή αφεψήματος, στα ορεινά χωριά του όρους Όρθρυς και η κατανάλωσή του ήταν κυρίως τοπική. Αποτελούσε όμως σημαντικό στοιχείο στην τοπική διατροφική και γενικότερη παράδοση. Μάλιστα είχε επικρατήσει στο χωριό Βρύναινα την περίοδο της πλήρους άνθησης των φυτών, να καθορίζεται μια μέρα κατά την οποία όλο το χωριό ξεκινούσε για τη συγκομιδή. Ήταν κάτι σαν τοπικό εθιμικό πανηγύρι. Νωρίς το πρωί χτυπούσε η καμπάνα του χωριού και κάθε ικανό άτομο πήγαινε στην πλατεία και όλοι μαζί ξεκινούσαν για τις κορυφές του βουνού, για τη συλλογή των ανθοφόρων βλαστών..
Μετά τη λήξη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου πολλοί κάτοικοι από τα ορεινά χωριά κατέφυγαν σε μεγαλύτερες πόλεις όπου διέδωσαν και τη χρήση του τσαγιού. Έτσι κατά τις δεκαετίες του 50 και 60 όπου πολλοί πλέον κάτοικοι της επαρχίας είχαν συγκεντρωθεί στα αστικά κέντρα, η κατανάλωση του τσαγιού άρχισε να αυξάνει πανελλαδικά.
Ένα μέρος των πληροφοριών πήραμε από την μεταπτυχιακή Διατριβή του γεωπόνου κ.Γεωργίου Χ Σαμαρά " Βελτιστοποίηση της καλλιέργειας ΤΣΑΙ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ (sideridis raeseri) " στο χωριό Βρύναινα Μαγνησίας.
Το είδα: epistrofi-sti-fysi.blogspot.gr